Πέμπτη ξημέρωμα
Επιτέλους μόνη Ούτε ένα βλέμμα πάνω μου η Αίσθηση με ανακουφίζει ελευθεριάζω χαζεύω το γυμνό είδωλό μου στον καθρέφτη. Τα κομμένα μου μαλλιά μοιάζουν με ανοιχτές πληγές.
Δικαίωμα
Πες τε μου, δεν είχα το δικαίωμα να λέγομαι χορεύτρια; Έτσι που λύγιζα το κορμί μου, με βία γινόμουν όλη μια μουγκή μάσκα πόνου. Σπασμένα νύχια και φουσκάλες μες στο αίμα στο τρίξιμο των αρθρώσεων σφιχταγκάλιαζα τον δαίμονα. Μόλο που το ‘ξερα – όταν δη μη σθένω – πως δεν το ‘χα. Πες τε μου, πληγώνεται ο αέρας; Γιατί …