Μανία
μονάχος ανεβαίνεις το βουνό και καρτεράς αλλόφρων αίμα Το σάπιο χνώτο της βροχής, δύο εβδομάδων γένια περνάς με λίπος το κατσιασμένο δέρμα να γλιτώσεις απ’ το κρύο σε περονιάζει η λύσσα, πατάς την κορυφή και φτύνεις απάνω στις κοτρόνες βλέννα.
Το Χειροφίλημα
Μεσοχρονίς, εν τω κεκλιμένο της έκλειψης, της έλλειψης, της πλήξης και της έκπληξης, αλαβάστρινοι έρωτες ιδιαζόντων καλειδοσκοπίων, πλουμιδιζόντων αντικατοπτρισμένων αισθημάτων και πλινθοπερικλείστων διακεκαυμένων συναισθημάτων, στροβιλίζονται εντός, επιμελώς περιπεπλεγμένων αποξηραμένων πραγματικοτήτων, φωσφοριζόντων ονειρογέννητων υποσυνειδήτων, αφομοιωνούντων, εκλάμψεων, μελιτόχροων εκστάσεων, περίακτων περιστάλσεων, ελλειπτικών τροχιών ατέρμονων αναζητήσεων, μπελ επόκ άλλων υπάρξεων, εν είδη αναφλέξιμης κυματοειδούς επιθυμίας, μιας απορυθμισμένης φαντασίας ευσύνοπτης …