Αυτή η νύχτα, τόσο πρόστυχη δε λέει να ξημερώσει.
Γι’ αυτό κι εγώ, πεισματικά δεν καταπίνω την ντροπή μου.
Σέρνω τα πόδια, σ’ όσους δρόμους ξέρω δίχως σκύλους
τρέμω τους ήχους, κρυφά κρατώντας την αναπνοή μου.
Όποιος βαδίζει
Όποιος βαδίζει το κορμί του μες στο ψέμα
Βρίσκει την πόρτα
Βρίσκει την πόρτα της αυλής του κλειδωμένη.
Δεν είναι θράσος να πετάξεις από πάνω το σακίδιο,
μα είναι κρίμα
να εισβάλλεις στη φωλιά σου σαν τον κλέφτη.
Γι’ αυτό κι εγώ, πεισματικά δεν καταπίνω την ντροπή μου.
Αυτήν τη νύχτα, που τόσο πρόστυχη δε λέει να ξημερώσει.
Μιά του κλέφτη… δυο του κλέφτη … τρεις και…
Πρώτη φορά νιώθω έτσι στη ζωή μου. Φυλακή.