Πέρασε το λάστιχο γύρω από το ημερολόγιο και το έβαλε στην θέση του. Η περιέργια τής είχε ανάψει για τα καλά. Δεν άντεξε να μην ανοίξει το πρώτο στην σειρά. Γρήγορα ανακάλυψε πως στην ίδια ημερομηνία με κείνη της γνωριμίας τους, υπήρχε η λέξη «υποτροφία» Δίπλα ακριβώς το γράμμα Σ είχε γραφτεί και πάλι. Σύντομα συνειδητοποιήσε πως το ίδιο γράμμα εμφανιζόταν σχεδόν κάθε μήνα. Άλλες φορές με κάποια λέξη, να το συνοδεύει και άλλες μόνο του.
Τα αμέσως, επόμενα λεπτά κύλησαν με την Άσλει να ανοιγοκλείνει τα σημειωματάρια, προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσει την σημασία του γράμματος. Υπήρχε δίπλα στην ημερομηνία της αγοράς του πρώτου τους σπιτιού. Διπλα στην μέρα που ο πατέρας της, τον έκανε συνέταιρο στην εταιρεία. Το βρήκε ακόμα και δίπλα στην ημερομηνία του γάμου τους.
Ο Μπάρι Γουάιτ είχε σταματήσει να την λικνίζει. Ακουγόταν στο βάθος του μυαλού της. Δεν είχε ιδέα για το τι έπρεπε να σκεφτεί.
Οι σκέψεις της διαλύθηκαν ως δια μαγείας, όταν άκουσε τα κλειδιά στην κλειδαριά της εξώπορτας. Έβαλε τα σημειωματάρια στην θέση τους, έκλεισε το φως της βιβλιοθήκης. Τρέχωντας προσπάθησε να βρεθεί στον διάδρομο που οδηγούσε στις κρεβατοκαμάρες. «Δεν γινόταν αυτό! Δεν μπορούσε να είναι ο Τζον» Εάν όμως ήταν οποιοσδήποτε άλλος,δεν θα μπορούσε να έχει κλειδιά και ο κύριος Φερλούτσι θα την είχε ειδοποιήσει.
Άκουσε την φωνή του να την καλεί και η έκπληξη της επετείου, εξανεμίστηκε στο μυαλό της.
**
[..] Οι τελευταίοι όροφοι ήταν μαρτύριο για τον Τζον Φάουστερ. Η σωματική καταπόνηση των εικοσιτεσσάρων ορόφων έμοιαζε με απλή βόλτα στο πάρκο. Η φαντασία του οργίαζε με φόντο τα βογγητά της Άσλει που αντί να χαμηλώνουν, δυνάμωναν στο μυαλό του. Ποτέ δεν είχε ψιθυρίσει μια βρισιά. Δίπλωνε τα εσώρουχα της στο κομοδίνο και ξάπλωνε έτοιμη να δεχτεί την δική του ορμή. Η πρόκληση από μέρους της,στην σεξουαλική τους ζωή, αποτελούσε ότι ακριβώς και ο γαλάζιος Ορενόκος για την ορνιθολογία. Είδος σπανιότατο και εν εκλείψει. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, όλα όσα γνώριζε για εκείνη, είχαν ανατραπεί.
Δεν τον ενδιέφερε ποιός της προκαλούσε αυτά τα ζωώδη συναισθήματα. Ειλικρινά δεν τον ενδιέφερε καθόλου. Ο Τζον πίστευε ακράδαντα πως σε αυτές τις καταστάσεις και ενώ τα φαινόμενα δείχνουν κατάφορα το ποιός ευθύνεται, υπάρχει πάντα ένα ποσοστό ευθύνης σε εκείνον που δεν φταίει. Δεν μπορούσε να καταλάβει που είχε κάνει λάθος και αυτό ήταν η τελευταία σκέψη που έκανε πριν βάλει το κλειδι στην κλειδαριά της εσωτερικής πόρτας του 24ου ορόφου.
Φώναξε το όνομα της καθώς μπαινόβγαινε στα δωμάτια του μικρού παλατιού του. Καμμιά απάντηση δεν πήρε. Κρατούσε το περίστροφο τόσο σφιχτά στην τσέπη του, που η παλάμη του μυρμήγκιαζε. Το σαλόνι ήταν άδειο. Φώναξε την Μανουέλα με τον αμυδρή ελπίδα πως εκείνη θα του απαντούσε. Η πόρτα της βιβλιοθήκης ήταν ανοικτή. Με γοργό βήμα, βγήκε απο την βοηθητική πόρτα στον διάδρομο. Νόμισε πως είδε την Άσλει να παραφυλά στην γωνία του διαδρόμου. Νόμισε πως ήταν γυμνή. Φώναξε ξανά το όνομα της καθώς έμπαινε στην κρεβατοκάμαρα.
Σίγμα, όπως Συμβόλαιο
Posted by Κάμπια on Nov 18th, 2014 in Έλληνες Πεζογράφοι, Πεζογραφία
Γιώργο, τα ρέστα μου….
Έγραψες!!! Καλά δεν περίμενα και τίποτα λιγότερο. Εύγε my friend 😉